Τμήμα
Πολυτελείας 83, Γλύπτης: Κλεάνθης Λουκόπουλος (1)
Η
Μαρίκα Κοτοπούλη, μια
πελώρια ψυχή,
ένας
θρύλος.
Η
ζωή της
Η
Μαρίκα Κοτοπούλη είχε κλείσει θέση στο
θίασο του πατέρα της, του Δημήτρη
Κοτοπούλη, πριν καν γεννηθεί! Τέτοια
ανυπομονησία είχε για το σανίδι! Πράγματι,
ενώ έπαιζε η μητέρα της, η Ελένη, την
έπιασαν οι πόνοι και η παράσταση τελείωσε
άρον-άρον.
Η
Μαρίκα ήταν το στερνοπούλι των
ηθοποιών Δημήτρη και της
Ελένης Κοτοπούλη με τρία
μεγαλύτερα αδέλφια.
Μόνο
που εκείνη,
με
το ταλέντο της
—ως
η
τελευταία στην
στην κούρσα της
σκυταλοδρομίας,
έφερε το
μεγάλο έπαθλο
στην οικογένεια Κοτοπούλη!
Η
Μαρίκα ήταν ένα μικροκαμωμένο
παιδάκι
με
αγορίστικη φωνή
που μεγάλωσε
στα δρομάκια του Μεταξουργείου. Σαν
τελευταίο παιδί μεγάλωσε
σχεδόν από μόνη της
και
φορούσε μόνο τα αποφόρια της
μεγαλύτερης
αδελφής. Αργότερα
έβγαλε το άχτι της και
ξόδευε
πολλά
χρήματα για ρούχα, για
γούνες
αλλά προ παντός για
τα
χειροποίητα
καπέλα της
εποχής.
Ήταν
επτά χρονών όταν
συμμετείχε στην Επιθεώρηση
Λίγο απ' όλα.
Στο
νούμερο, «Η διαδήλωση των παίδων»—
συμμετείχαν
οκτώ παιδιά,
ντυμένοι μαθητές
πάνω στη σκηνή (μεταξύ
άλλων, η Μαρίκα με τις δύο αδελφές της)
και
τραγουδούσαν Σήμερα
δεν έχει ξύλο. Σήμερα είναι ελευθερία.
Κάτω η δασκάλα, κάτω η δασκάλα!
Η
ίδια είχε πει για τον
εαυτό της, «Το
θέατρο δεν το ξεχώρισα ποτέ από τη ζωή.
Την ανθρωπότητα την είδα πάντα χωρισμένη
στα δύο στρατόπεδα: στους ηθοποιούς που
έπαιζαν και στους θεατές που έβλεπαν.
Και είναι πολύ φυσικό να ήθελα να ανήκω
στους πρώτους που είχαν κάποια πρωτοβουλία…
Ποτέ μου δεν σκέφτηκα ότι μπορούσα να
γίνω κάτι άλλο από ηθοποιός.»(2)
Η
Μαρίκα συνέχιζε να παίζει
έως το 1901 στο πλάι των
γονιών της σε διάφορα έργα ενώ το 1902,
δεκατριών
χρονών, προσλήφθηκε
στο Βασιλικό Θέατρο. Πράγματι,
η
Μαρίκα είχε
πηγαίο ταλέντο.
Η θητεία της στο
Βασιλικό την
έκανε
ευρύτερα γνωστή και αποδεκτή σε ένα
κοινό, το όποιο αποζητά
τη θεατρική
ανανέωση, τη
νέα διάσταση πού θα παραμέριζε το
πληκτικό και πεπαλαιωμένο δραματολόγιο,
την
προχειρότητα και την
καλλιτεχνική φτώχεια των θιάσων του
περασμένου αιώνα.
Το
μέταλλο και η
κλίμακα της φωνής της ήταν
μοναδική.
Το 1939 ο Βασίλης Ρώτας περιγράφει τη
φωνή της «γοργοκίνητη με το παλιό
βιολοντσέλο στο λαρύγγι»!
Η
άρθρωση της ήταν τέλεια·
πόσες
φορές η Κοτοπούλη
είχε
μαλώσει
τους ηθοποιούς λέγοντας,
«ότι
κάθε φωνήεν και κάθε σύμφωνο της Ελληνικής
γλώσσας παντρεμένα μέσα στη λέξη έχουν
μια συνείδηση...μια
συμφωνία και βγάζουν μια αρμονία».(3)
Μαζί
της στο Βασιλικό Θέατρο είναι και η Αννα
Φραγκοπούλου αγαπημένη ηθοποιός της
Βασιλικής Διεύθυνσης.
Κάθε φορά ο σκηνοθέτης
Θωμάς Οικονόμου
έπρεπε να
διαπραγματευτεί
με την Βασιλική διεύθυνση προκειμένου
να δώσουν στην Μαρίκα πρωταγωνιστικό
ρόλο παρόλο ότι ήταν
μακράν καλύτερη.
Το
1903 παίζει του Αισχύλου τα Ορεστειακά
στη δημοτική γλώσσα. Το
γλωσσικό θέμα δημιούργησε ξανά
επεισόδια, χάθηκαν ζωές
— όπως με
τα Ευαγγελικά το 1901.
Εντούτοις,
λόγω αυτών των
παρασκηνιακών προβλημάτων αποχώρησε
από το Βασιλικό Θέατρο ο
Οικονόμου και η Κοτοπούλη
τον ακολούθησε.
Ήταν ζευγάρι.
Η Μαρίκα
επανήλθε
στο ελεύθερο θέατρο παίζοντας στο θίασο
του πατέρα σε περιοδεία
στην Χαλκίδα. Ο Οικονόμου την ακολούθησε
χωρίς να συμμετέχει στο
θίασο.
Το
1905 δούλεψε
στην Πλατεία Συντάγματος με το γνωστό
θιασάρχη Ευτύχιο Βονασέρα.
Αργότερα, ο Οικονόμου
μαζί με την Κοτοπούλη δημιουργούν δικό
τους θίασο στο Παλαιό Βεριετέ, με τίτλο
Θίασος Θωμά Οικονόμου.
Μαζί παίζει και η οικογένεια Κοτοπούλη.
Συγκρούεται το
παλιό (ο
πατέρας της)
και το νέο (ο
Οικονόμου)
και στη μέση ήταν
η Μαρίκα.
Η οικογένεια πιέζει την
Μαρίκα και εγκαταλείπει τα όνειρά
της με τον Οικονόμου και
περνάει η οικογένεια της μια δύσκολη
οικονομική περίοδο. «Το
θέατρο από
την οικονομική
του ιδίως πλευρά δεν
είχε τίποτα από
τη σύγχρονη
σταθερότητα. Οι μεταπτώσεις τής ζωής
μας ήταν δραματικές. Ετρώγαμε
ή μαύρο χαβιάρι ή τίποτα (…) Δοκιμάσατε
ποτέ σας το
αίσθημα τής πείνας; Εγώ
το δοκίμασα»
(4)
Με
τον Οικονόμου έκτοτε δεν τα βρήκαν ποτέ.
Παρίσι
Τέλη
του 1906 η Μαρίκα φεύγει για το Παρίσι!
Εκεί ήδη βρίσκεται η
ανταγωνίστρια της, η Κυβέλη που
έχει εγκαταλείψει σύζυγο και παιδιά
για το νέο της αμόρε, τον
ιμπρεσάριο
Κ. Θεοδωρίδη.
Η κάθε μια
αισθάνεται την ανάγκη να ισοφαρίσει
και να επαυξάνει τα επιτεύγματα της
άλλης. Στην επιστροφή τους θα φέρουν
περγαμηνές παρισινής διαμονής, άλλα
και έργα του νεότερου γαλλικού ρεπερτορίου,
πρώτη ύλη για τις νέες επιχειρήσεις πού
θα στηθούν στα αθηναϊκά θερινά θέατρα.(5)
Αφού
έχει παίξει Μακμπέθ, Οθέλο και
Ηλέκτρα και έχει
ανεβάσει έργο της
φεμινίστριας Καλλιρρόη Παρρέν συμμετέχει
εκείνο το καλοκαίρι του 1908 —προς
μεγάλη απογοήτευση του κοινού της —στην
Επιθεώρηση Παναθήναια. Σαν
θεατρικός επιχειρηματίας δεν είχε σκοπό
να αποκοπεί από τα σημαντικά κέρδη που
συνέχιζε να φέρνει η χρυσοφόρα Επιθεώρηση.
Δημιούργησε λοιπόν πλάι στο δραματικό,
ένα δεύτερο θίασο, μουσικό-επιθεωρησιακό
αυτή τη φορά, από τα κέρδη του οποίου
όμως χρειάστηκε αρκετές φορές να αντλήσει
χρήματα ως επιχειρηματίας για να καλύψει
τις ζημιές του δραματικού.
Η
Κοτοπούλη διαβλέποντας στο πρόσωπο της
Στέλλας, (6) έναν ρόλο που θα μπορούσε να
τον κάνει επιτυχία της, παρακάλεσε τον
Χρηστομάνο να πείσει τον Γρηγόρη
Ξενόπουλο να το διασκευάσει για το
θέατρο. Έτσι και έγινε. Ο Ξενόπουλος
δούλεψε το έργο το 1908 και στις αρχές
του 1909 και συγκεκριμένα το Σάββατο
10/1/1909, δόθηκε η πρώτη παράσταση – όχι
όμως από την Κοτοπούλη, όπως θα περίμενε
κανείς— αλλά από την Κυβέλη, στη Πάτρα,
στο θέατρο Απόλλων!
Το
1910 τραγουδάει
στο νούμερο
της Νέας Γυναίκας (με
στοίχους Μπάμπη ΄Αννινου και του Γιώργου
Τσοκόπουλου.) και γίνεται
σουξέ:
«Εγώ
είμαι η νέα γυναίκα/ που θα καπνίζω και
θα σφυρίζω, η καθεμιά μας αξίζει για
δέκα /δε δίνω γι’ άντρες έναν παρά, Δε
θέλω άντρες, κουμπιά και χάντρες/ και
παραιτούμαι από το νοικοκυριό, /δε θα
γυρεύω να μαγειρεύω/ και εις τον άντρα
μου θα κάνω το θεριό.»
Η
Κυβέλη ποτέ δεν έπαιξε σε Επιθεώρηση
αφού δεν διέθετε το προσόν της μελωδικής
φωνής. (7)
Η
ορμή της Κοτοπούλη την ωθούσε διαρκώς
να δοκιμάζει και να δοκιμάζεται, να
ριψοκινδυνεύει, να ταξιδεύει, να ρίχνεται
στα πράγματα με μανία και ενθουσιασμό.
(8) Έδινε βάσει στην αρνητική κριτική,
είχε αίσθηση της ευθύνης ενώ κάθε βράδυ
είχε τρακ-—το ίδιο έντονο με την πρώτη
ημέρα, στην πρεμιέρα.
Πολιτικά
η Κοτοπούλη ήταν
Βασιλικά. Έχει
γραφτεί ότι ο πάντα γοητευτικός Βενιζέλος
επισκέφτηκε την Μαρίκα στα καμαρίνια
μετά την παράσταση. Μίλησαν για αρκετή
ώρα μέχρι που η ίδια του ζήτησε να φύγει
γιατί εάν έμενε ένα δευτερόλεπτο ακόμα
μπορεί να γινόταν Βενιζελική!
Δεν
ήταν όμως συντηρητική.
Ήταν
επαναστατικό και ελεύθερο
πνεύμα. Υποστήριζε
τις γυναίκες και
τις Ελληνίδες συγγραφείς,
υποστήριζε με πάθος την
εδραίωση της δημοτικής γλώσσας στα
θεατρικά
έργα.
Αργότερα, με τον
εμφύλιο υπερασπίστηκε
αριστερούς ηθοποιούς
που έστελναν στη φυλακή ή στην εξορία
λέγοντας στις αρχές ότι τους χρειάζεται
στο θίασο. Όπως είπε η ηθοποιός, Ολυμπία
Παπαδούκα, και μέλος του ΚΚΕ, δεν μέτραγε
τα φρονήματα
των ανθρώπων. Ήταν πάνω
από φατρίες και ιδεολογίες.
Όπως μαρτυρεί και ο
Γιάννης Τσαρούχης κατά
τη διάρκεια της Κατοχής προστάτεψε και
βοήθησε όσο μπορούσε
τους αριστερούς συναδέλφους της,
παρεμβαίνοντας υπέρ αυτών στις αρχές,
με το πρόσχημα ότι τους χρειαζόταν κοντά
της: «καμουφλάριζε την ανθρωπιά της, με
τη δικαιολογία του θεάτρου». Είχε πελώρια
ψυχή. Δεν είχε κλίκα ή
αυλή και δεν
υποδούλωνε ποτέ κανέναν γύρω της. Σου
έλεγε τα
κουσούρια σου·
ήταν τόσο
ελεύθερος άνθρωπος. Μόλις έβλεπε κάτι
στραβό θα το έλεγε όποιος και να ήσουν
και με καυστικό τρόπο. (9)
Όμως πρέπει να ειπωθεί,
ότι ήταν πολύ γενναιόδωρη. Αν της έλεγες
μ΄ αρέσει αυτό που φοράς ήταν έτοιμη να
σου το χαρίσει!
Η
Μαρίκα Κοτοπούλη έκανε περιοδείες στο
Κάιρο της Αιγύπτου και στην Κωνσταντινούπολη
και στην Αμερική μεταγγίζοντας την
Ελληνική γλώσσα, τον πολιτισμό, τη
θρησκεία...τα πάντα. «Ή
Μαρίκα Κοτοπούλη μου
αρέσει γιατί αντιπροσωπεύει το
Ρωμέϊκο τέλεια, είναι σαν την
εικόνα του
Ρωμέϊκου ή ψυχή της», είχε πει ο καλός
φίλος του Δραγούμη, ο Α. Σουλιώτης-Νικολαΐδης.
Όταν
έπαιζε η Κοτοπούλη την ερωτευόταν
όλοι οι θεατές. Ενώ
δεν ήταν όμορφη, με την κλασσική έννοια,
ωστόσο πάνω στη σκηνή ήταν τόσο δυνατή
η ταύτισή της με τους ρόλους της, που
την μετέβαλαν σε καλλονή και γοήτευε
και τους πιο δύσκολους θεατές της. Σε
μια περιοδεία της στην Κωνσταντινούπολη
πήγε να
παρακολουθήσει την παράσταση ο διπλωμάτης,
Ίων Δραγούμης. Εκείνη
την εποχή υπηρετούσε ως Γραμματέας της
Ελληνικής Πρεσβείας.
Όταν
γνωρίστηκαν η εικοσάχρονη
Κοτοπούλη
τον ερωτεύτηκε αμέσως. Έζησαν
την αρχή του έρωτά τους στους δρόμους
και στα δωμάτια της Πόλης προσπαθώντας
να μη σκέφτονται το αύριο—
Ο μεν Ίων τις αντιδράσεις της οικογένειας
του, τον τύπο
η
δε Μαρίκα ότι θα τσαλακωθεί.
Ένας
Δραγούμης με μια θεατρίνα!
Όντως,
η
οικογένειά του,
του
γνωστοποίησε
ότι ποτέ,
κανείς από
την
οικογένεια δεν
θα δεχθεί αυτή τη
σχέση. Δεν
είναι τυχαίο ότι οι αντιπολιτευόμενοι
του πατέρα του,
του
Στέφανου
Δραγούμη,
κατηγορούν τον Ι.
Δραγούμη
ότι αποκάλυψε μυστικά του κράτους στην
Κοτοπούλη κι' αυτή τα πούλησε στους
Τούρκους ή ότι καταχράστηκε χρήματα
του
Μακεδονικού
Αγώνα. Ο
Δραγούμης βρίσκεται σε πολύ δύσκολη
θέση.
Πέραν
τούτου, η
θέση του υπαλλήλου στο
Υπουργείο
Εξωτερικών
δεν καλύπτει τον
Δραγούμη ούτε
ως
αντικείμενο εργασίας και
νοητικής
απασχόλησης, ούτε ως βιοπορισμός.
Οι
δυο τους περνούσαν μεγάλα διαστήματα
χωριστά και δεν είχαν απαιτήσεις ο ένας
από τον άλλον. Όπως έλεγε η Κοτοπούλη:
«Δεν μπορούσα να κάνω τίποτε για να
αλλάξω τον Ίωνα, όπως δεν μπορούσε να
κάνει τίποτε για να αλλάξει εκείνος
εμένα». Του γράφει η
Κοτοπούλη, «Σε γνώρισα
την ίδια μέρα που γνώρισα και τη μορφίνη.
Ευτυχώς τη μορφίνη την έκοψα. Δεν μπορώ
να κάμω το ίδιο και μ’ εσένα». (10) Η
Κοτοπούλη ζητάει συχνά από
τον Δραγούμη να
χωρίσουν, άλλοτε για να διατηρήσει τη
συναισθηματική της αυτονομία, τον έλεγχο
του
εαυτού της, άλλοτε γιατί δεν αντέχει
ταπεινωτικούς χαρακτηρισμούς. Επίσης
γνωρίζει
ότι γάμος έκτος θεατρικού κυκλώματος
σημαίνει οριστική απομάκρυνση από το
θέατρο και
η
Κοτοπούλη δεν
είχε
πάρει τέτοια απόφαση. Παρά τις αντιδράσεις
της
οικογένειάς του
ο Δραγούμης και
η Κοτοπούλη αποφάσισαν
να συζήσουν.
Ή μαυροντυμένη Κοτοπούλη στην Ιταλία
μετά
από τη δολοφονία του Δραγούμη.
(11)
(11)
Όμως,
κατά
τη διάρκεια της σχέσης
της
η
Μαρίκα
αλλάζει
τη στάση της στο θέμα του γάμου. 'Ενώ
στην αρχή, εμφανίζεται να περιφρονεί
τέτοιες συμβάσεις,
«Ή δική μου ή ζωή είναι μέσα στα θέατρα.
Δεν ξέρω άλλη
ζωή», —στη
συνέχεια επιδιώκει την αποκατάσταση
από
τον Δραγούμη.
Ωστόσο
πιέζεται συνεχώς από
την
κοινωνική κακοήθεια και
την ταξική διαφορά τους και αυτό την
πληγώνει.
Επικρατεί
μια αντιφατική νοοτροπία: από την μια
την υμνούν για τις επιδόσεις της ενώ
δεν την αποδέχεται ως ισότιμο μέλος
εξαιτίας ακριβώς του επαγγέλματος
της. Πόσα παραδείγματα έχουμε και
τα σημερινά χρόνια;
Τα
χρόνια που ήταν
εξόριστος ο Δραγούμης στη Κορσική (από
το 1917
έως
το 1919)
η
Μαρίκα
Κοτοπούλη
γνώρισε τον έμπορο
και θεατρικό επιχειρηματία
Γεώργιο Χέλμη. Παντρεύτηκαν το 1923.
Ίσως
ήταν για καλύτερα...το μοναδικό
της πρόβλημα της
Κοτοπούλη με
τον Χέλμη ήταν ότι είχε
αδυναμία στο ωραίο φύλο κάτι
που έκανε τη Μαρίκα έξαλλη.
Συνεργάστηκε
μαζί με σπουδαίους σκηνογράφους όπως
τον Νίκο Χατζηκυριάκο Γκίκα, τον Δημήτρη Πικιώνη, τον Εγγονόπουλο και τον Τσαρούχη.
Συνεργάστηκε
με
τον Κάρολο Κουν,
με νέους συγγραφείς και
με νέους ηθοποιούς.
Σε μια
εκδήλωση για τα 30 χρόνια στη σκηνή η
Κοτοπούλη είπε: «Τα
128 θεατρικά έργα σας επιτυχημένα ή όχι
που ανέβασα,...αυτά μετρούν στην
πραγματικότητα για το κεφάλαιο προσφοράς
της καλλιτεχνικής προσφοράς μου.»
Τα
καλλιτεχνικά παιδιά της
ήταν: η Ελένη Παπαδάκη, ο
Δημήτρης Χορν, η Άννα Συνοδινού, η Έλλη
Λαμπέτη, η Ειρήνη Παππά, ο Λάμπρος
Κωνσταντάρας, ο Μίμης Φωτόπουλος, ο
Ντίνος Ηλιόπουλος κ.α. Η ΄Αννα Συνοδινού
θυμάται όταν ολοκλήρωσε τον μονόλογο
της Ηλέκτρας του Σοφοκλή στις εισαγωγικές
εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του
Εθνικού Θεάτρου η Μαρίκα τη ρώτησε,
«Γιατί έκλαιγες; Για την Ηλέκτρα έκλαιγες
ή επειδή τα είπες τόσο αίσχος και
ξέρεις ότι δεν θα περάσεις;»
Η
μεγάλη Συμφιλίωση
των δύο θρύλων
Τα
πάθη και οι κατασκοπείες,
όπως και οι ίδιες οι σχέσεις μεταξύ
Κυβέλη και Κοτοπούλη ηρεμούν λίγο-λίγο.
Και βρίσκει ο συγγραφέας Σπύρος Μελάς
(1932)
την ευκαιρία να προτείνει στις δύο
ντίβες να συνεργαστούν. Η Μαρίκα έχει
μόλις γυρίσει από την περιοδεία στην
Αμερική (11). Ήταν
η πιο κατάλληλη στιγμή. Η χρηματοδότηση
για το Εθνικό Θέατρο στη
Κλαυθμώνος καθυστερούσε
και
είχε εκνευριστεί
η
Κυβέλη. Οι
ίδιες είχαν πια
σαραντίσει ...
Τί συμφώνησαν;
Να
μην παίξουν στης μίας ούτε στης άλλης
το θέατρο.
Αποφάσισαν
να παίξουν
στο Κεντρικό,
στην
Πλατεία Κολοκοτρώνη και
διάλεξαν
να ανεβάσουν το έργο του Bernard
Shaw Το
επάγγελμα της κυρίας Γουάρεν.
Η συνεργασία τους κράτησε περίπου δύο
χρόνια και
είχε τεράστια επιτυχία.
Έπαθλο
Κοτοπούλη
Στον
ρόλο της Κλυταιμνήστρας η ηθοποιός
εισπράττει έναν ακόμη διθύραμβο. «Η
Κοτοπούλη έχει σμιλεύσει με τρόπο
ασύγκριτο τον επιβλητικό ρόλο της
Κλυταιμνήστρας. Δεν θυμούμαι στη ζωή
μου να είδα τον υπέροχο αυτό ρόλο
αποδομένο με περισσότερη πλαστική
ενάργεια», έγραφε στις 22/8/1949
ο συγγραφέας
Σπύρος
Μελάς στην «Εστία». Το
1949, με αφορμή τη (μοναδική) συνεργασία
της με το Εθνικό Θέατρο
στο
ανέβασμα της Ορέστειας
από τον σκηνοθέτη
Δημήτρη Ροντήρη,
οι 150
συντελεστές
και
συνάδελφοι
της Κοτοπούλη έλαβαν την πρωτοβουλία
και της χάρισαν
ειδικό ολόχρυσο
μετάλλιο, με χαραγμένη τη μορφή της ως
Κλυταιμνήστρας. Μέσα από αυτήν την
κίνηση καθιερώθηκε, με πρωτοβουλία της
ίδιας, ο θεσμός της απονομής του «Επάθλου
Κοτοπούλη» με
σκυταλοδρομία
σε
αξιόλογες Ελληνίδες ηθοποιούς, Η
δεύτερη που βραβεύτηκε ήταν η ΄Ελλη
Λαμπέτη η οποία το παρέδωσε στη συνέχεια
στη Μελίνα Μερκούρη.
Κατά
τη διάρκεια του πολέμου η παρουσία της
Κοτοπούλη στο θεατρικό σανίδι αραίωσε.
Η τελευταία της εμφάνιση πραγματοποιήθηκε
το 1952, στην Σύρο.
Πέθανε
ξαφνικά στις 11/9/1954. Κηδεύτηκε
δημοσία δαπάνη την επόμενη του θανάτου
της, αφού πρώτα το φέρετρό της εκτέθηκε
στη Μητρόπολη σε λαϊκό προσκύνημα. Το
1955 επί Δημαρχίας
Παυσανία Κατσώτα
εγκρίνεται η ταφή της Μαρίκας Κοτοπούλη
στο χώρο που προορίζεται η ταφή εξεχόντων
ανδρών
στο Α΄ Νεκροταφείο. Τότε
ήταν
η μοναδική γυναίκα που τάφηκε εκεί. Ο
δημοτικός σύμβουλος Σφέτσος εισηγήθηκε
την ταφή σε αυτόν τον χώρο επειδή η νεκρή
τίμησε την ελληνική τέχνη και επειδή ο
σύζυγος της θα έφτιαχνε μαυσωλείο που
θα κοσμούσε το νεκροταφείο.
Στην
Αθήνα υπάρχει και το "Μουσείο Μαρίκας
Κοτοπούλη", το οποίο βρίσκεται στην
οδό Αλέξανδρου Παναγούλη στο Δήμο
Ζωγράφου.
Υποσημειώσεις:
(1)
Στο τεύχος 1382, Νέα Εστία, σελ. 196 υπάρχει
η ενυπόγραφη απάντηση του Στάθη
Σπηλιωτόπουλου. στην επιστολή του
σκηνογράφου Γιώργου Ανεμογιάννη. Έχει
ενδιαφέρον: “Συμμερίζομαι τη βαθιά
θλίψη που δοκιμάζει ο Γ. Ανεμογιάννης
“κάθε φορά που φεύγει από το Α΄Νεκροταφείο”.
Είναι η θλίψη που αντικρίζει την
κακοπάθεια των δημιουργημάτων της
τέχνης και διαπιστώνει την αδιαφορία
εκείνων που έχουν ηθικό χρέος να τα
φροντίζουν. Σε αυτήν την περίπτωση, το
έργο τέχνης που έχει κακοπάθει, είναι
το άγαλμα της Μαρίκας Κοτοπούλη. Μπορεί
βέβαια να μη συμφωνεί κανείς στην ολική
επιχρύσωση του χαλκού, που έχει γίνει
σύμφωνα με την επιθυμία του συζύγου της
του θεατρικού επιχειρηματία Γεώργιου
Χέλμη μπορεί— δικαιολογημένα, κατά τη
γνώμη μου— να προτιμούσαν πολλοί να
βλέπουν τη Μαρίκα παραδομένη στην
αιωνιότητα με το ευγενέστερο γι αυτό
το σκοπό υλικό, το Πεντελικό μάρμαρο·
αλλ΄ αφού έγινε όπως το θέλησε ο δικός
της άνθρωπος, ας επαναφερθεί τουλάχιστον
κι ας διατηρηθεί στην αρχική του
λαμπρότητα.
(http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=142004&code=8512&zoom=800)
(2)
Καθημερινή Επτά Ημέρες, Αφιέρωμα στη
Μαρίκα Κοτοπούλη
https://web.archive.org/web/20150621184111/http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/2003/01/19012003.pdf
(3)
ΜΑΡΙΚΑ
ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ αφιέρωμα στο ΕΣΤΙΝ ΟΥΝ
(4)+ (5)
Εταιρεία Μελέτη Νέου Ελληνισμού
“Μνήμων” τόμος 12ος, Αθήνα 1989 Ελίζα
Αννα Δελβερούδη
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/mnimon/article/viewFile/8074/7972.pdf
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/mnimon/article/viewFile/8074/7972.pdf
(6)
Το ποίημα
του Κωστή Παλαμά 1901
περιλαμβάνεται στη συλλογή του Παλαμά
Η πολιτεία και η μοναξιά
και είναι αφιερωμένο στον Ξενόπουλο
Ψυχή
του θρήνου,/ του μαρτυρίου και της
θυσίας,/ Στέλλα Βιολάντη! Μες στο μοσκόβολο
νησάκι που ανασαίνει/ με την πνοή του
γιασεμιού και με του κρίνου, μεγάλη
φλόγα ερωτική χυμένη./ Επέταξε η ψυχή
σου/ μέσ’ από την ανήμερη τη φυλακή
σου/για να ομορφύνει κάποια κόλασην
ιστορισμένη /από κανένα Δάντη, Στέλλα
Βιολάντη! Στη φυλακή σου μέσα την ανήμερη/
σου μοσκοβόλησα τη φρίκη σου και σου
έγινα όνειρό σου,
και
τον ανάξιον αγαπητικό σου τον έφερα όχι
ως ήτανε μπροστά σου, τον έφερα καθώς
τον ελαχτάριζεν/ η δυνατή παρθενική
καρδιά σου. Και τη στερνή σου την πνοή/τη
δέχτηκα και τηνε ξεπροβόδησα/ στων
τρυγονιών τους θρήνους, στων καθαρών
νερών τα μουρμουρίσματα, και στους
ολόευωδους κι ολάσπρους κρίνους./ Και
τη στερνή σου την πνοή/ τη βοήθησα να
πάει να ζωντανέψει/σε κάποιους άλλους
κόσμους πιο μεστούς/κάποια καρδιά
βαθύτερη κι ευγενικότερη μια σκέψη. Κι
έγινα μούσα σ’ ένα ποιητή, και
του ψιθύρισα να σε ιστορίσει. Είμαι η
φτωχούλα η ρεζεντά/που είχα ανθίσει
/στης φοβερής σοφίτας σου την άκρη· /και
γύρω στη σκληράδα των ουτιδανών / κι
απάνω στο σκληρό του πάθους σου διαμάντι
/εγώ ήμουνα το δάκρυ /που ο βαθύς σου
πόνος /το είχε στερέψει από τη βρύση τω’
ματιώνε σου, /Στέλλα
Βιολάντη!
(7)
Η Μικρή Ιστορία της Επιθεώρησης Τολμηρή
και απείθαρχη του Καθηγητή Φιλολογίας
Εμμανουήλ Σειραγάκη
(8)
Ευδοκία Δεληπέτρου Ζωή Γεμάτη πάθος
και τέχνη, Καθημερινή/ Επτά Ημέρες,
Αφιέρωμα στη Μαρίκα Κοτοπούλη 19/01/2003.
(9)
ΜΑΡΙΚΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ αφιέρωμα στο ΕΣΤΙΝ
ΟΥΝ
(10)
http://www.mixanitouxronou.gr/kathe-fora-pou-plagiaza-mazi-tou-eniotha-oti-plagiaza-me-ton-ermi-i-thyellodis-sxesi-tou-iona-dragoumi-me-tin-marika-kotopouli-kai-i-afosiosi-tou-stin-megali-idea/
(11) Η
φωτογραφία
της Κοτοπούλη με τα μαύρα μου θύμισε
αυτό το γλυπτό των αδελφών Φυτάλη.
(12) Οι Times της Νέας Υόρκης πρόσεξαν τη Μαρίκα Κοτοπούλη όταν τον Οκτώβριο του 1930 έκανε περιοδεία στις ΗΠΑ, παίζοντας και την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή. «Μολονότι η κ. Κοτοπούλη, αδράχνει τον ρόλο της με σφοδρότητα, είναι πάντοτε κυρίαρχος όλων των θυελλωδών συγκινήσεών της», έγραψε η εφημερίδα.
Άλλες
Πηγές:
http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=142004&code=8512&zoom=800
https://web.archive.org/web/20150621184111/http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/2003/01/19012003.pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου