Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2020

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΟΥΡΗΣ




1853- 1919

Τις προάλλες καθώς περπατούσα στους διαδρόμους του Α΄ Νεκροταφείου ένα μνημείο μου τράβηξε την προσοχή. Εκείνη τη στιγμή φώτιζαν οι τελευταίες ακτίνες του απογευματινού ήλιου πάνω στο γλυπτό. Ο γλύπτης, ο Νικόλαος Γεωργαντής, έχει φτιάξει σε πραγματικές διαστάσεις την προτομή ενός άντρα απόλυτα αφοσιωμένος στο κείμενό του Ο Γιώργος Σουρής επί τω έργω!





Ο Σουρής ήταν πολυγραφότατος, σατιρικός ποιητής ο οποίος όταν πέθανε το 1919, ήταν γνωστός και αγαπημένος σε όλη την Ελλάδα. Ήταν πέντε φορές υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ εντούτοις, η σάτιρα ποτέ δεν έχει την αξία στο λογοτεχνικό κόσμο που προτιμά υψηλού επιπέδου στον κόσμο των βραβευμένων. Η Ελλάδα θα έπρεπε να περιμένει άλλον Γιώργο τον Γιώργο Σεφέρη για το πολυπόθητο βραβείο. Ωστόσο, ο Σουρής ήταν ποιητική ιδιοφυΐα λόγω του μέτρου και της στιχουργικής του ευχέρειας.
Είναι γνωστό, ότι ένας έξυπνος στοίχος του Σουρή ταξίδευε σαν τη φωτιά μέσα στην Αθήνα από στόμα σε στόμα!  




Ο Σουρής είχε μια εκπληκτική αίσθηση του γελοίου. Το θέμα του ήταν η Ελλάδα, οι Ελληνες, καθώς και η ζωή των Ελλήνων. Σατίριζε και καυτηρίαζε τα προβλήματα που ταλάνιζαν την ελληνική κοινωνία, προασπίζοντας την πολιτική αρετή και την εντιμότητα. Είχε κατανοήσει τον χαρακτήρα του Έλληνακοφτερό και κωμικό την ίδια στιγμή ίδιος ο Αριστοφάνης. Το μυαλό του κωμικού δεν είναι τίποτα εάν δεν είναι σκεπτόμενο μυαλό.
Κάποιοι σύγχρονοι κριτικοί έχουν χαρακτηρίσει την ποίηση του ως άτεχνη ποίηση. Εάν ο όρος ισχύει εγώ θα απαιτούσα να τον αποκαλούμε τον Μότσαρτ της άτεχνης ποίησης!
Ο Σουρής σατίριζε την καθημερινότητα των Αθηναίων, χωρίς έλεος, μόνον που έτσι όπως έγραφε για τα θύματά του παρέμειναν οπαδοί του. Δεν ήταν όμως μοχθηρός. Η τετρασέλιδη εβδομαδιαία εφημερίδα Ο Ρωμηός ήταν τόσο δημοφιλής που με τις πωλήσεις ζούσε άνετα όχι μικρό επίτευγμα για έναν ποιητή σε οποιαδήποτε εποχή.

Η ζωή του

Ο Γιώργος Σουρής γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου το 1853, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια. Μεγάλωσε με οικονομική άνεση και ο πατέρας του τον προόριζε για το ιερατικό στάδιο, αλλά λόγω της χρεωκοπίας της πατρικής επιχείρισης ματαιώθηκαν εκείνα τα σχέδια. Η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα και μόλις τελείωσε το γυμνάσιο ο Σουρής, το 1870, ταξίδεψε στο Ταϊγάνι της Ρωσίας να εργαστεί για τον θείο του, τον σιτέμπορο. Δεν έμεινε όμως πολύ καιρό στη Ρωσία και επέστρεψε στην Αθήνα.
Το 1876 υπέβαλε την ποιητική συλλογή του, Τα Τραγούδια μου στο Βουτσιναίο ποιητικό διαγωνισμό και απέσπασε έπαινο από την κριτική επιτροπή.  


Η σάτιρα και ο Τύπος


Η νεοελληνική σάτιρα βρήκε πρόσφορο έδαφος στα Επτάνησα με τους Ν. Κουτούζης και τον Διον. Σολωμό και τον Ανδ. Λασκαράτο (Τα κείμενά του προκάλεσαν την οργή τόσο των κληρικών όσο και των ριζοσπαστών της εποχής του, με αποτέλεσμα να αφοριστεί και να αναγκαστεί να εγκαταλείψει την Κεφαλλονιά). Ο Αλεξ. Σούτσος εκδίδει το 1827 Σάτυρες το οποίο κρατάει πολιτικό και σατιρικό χαρακτήρα. (Η συμμετοχή του στην πολιτική ζωή είναι έντονη και συχνά καταδιώκεται για πολιτικούς λόγους, φυλακίζεται ή αναγκάζεται να εκπατριστεί, και έτσι πεθαίνει σ’ ένα νοσοκομείο στη Σμύρνη το 1863). Ακολουθεί ο Εμμανουήλ Ροΐδης, ο οποίος με το μυθιστόρημά του Η πάπισσα Ιωάννα (1866) προκάλεσε σάλο στην τότε ελληνική κοινωνία και στην Εκκλησία.
Τα έμμετρα σατιρικά σχόλια του Σουρή δημοσιεύονται στα σατιρικά έντυπα Ραμπαγά, Αριστοφάνη, Αρχίλογος, Ασμοδαίο καθώς και στο Μή Χάνεσαι.  


Ο Ρωμηός θα κυκλοφορήσει για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 1883. Στο πρώτο φύλλο δηλώνει την πολιτική θέση του: Θα είμαι δημοκρατικός, κατά τις περιστάσεις, μα θα είμαι και Βασιλικός. Θα είμαι ό,τι θέλω. Θε να γυρεύω κι εγώ επαναστάσεις κάποτε όμως και στους Βασιλείς θα βγάζω το καπέλο μου. Οι στοίχοι αυτοί θεωρήθηκαν ότι παρωδούν τις ευμετάβλητες τοποθετήσεις του Ελληνα.

Την ίδια χρονιά δίνει εξετάσεις στη Φιλοσοφική σχολή αλλά απορρίπτεται τον απέρριψαν στην μετρική! Παράλληλα ασχολείται με το θέατρο. Έγραψε τα έργα Από γαμπρός παράνυφος, Άλλα τ άλλων, Δεν έχει τα προσόντα, Η Χειραφέτηση τα οποία σημείωσαν μεγάλη επιτυχία. Το σημαντικότερο γεγονός της θεατρικής σταδιοδρομίας του Σουρή, ήταν η μετάφραση-διασκευή της κωμωδίας του Αριστοφάνη Οι Νεφέλες (1900) οι οποίες παρουσιάστηκαν από τη Μουσική Εταιρεία στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών.

Η σάτιρα πάντα ταίριαζε στην ψυχοσύνθεση των Ελλήνων— είτε κατευθυνόταν στην ελίτ, είτε στον λαό, τα βέλη ήταν πάντα καλοδεχούμενα — εάν ήταν αρκετά έξυπνα. Εάν το κάρφωμα καθρεφτίζει τον αναγνώστη ακόμα καλύτερα. Ο Σουρής υπήρξε ο δημοφιλέστερος ποιητής της εποχής του και ίσως αποτελεί μια από τις εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις όπου η κρίση του αναγνωστικού κοινού συμπίπτει απόλυτα με την κρίση των λογίων.
Πολλές πλευρές του χαρακτήρα των Ελλήνων, της οικονομίας και της πολιτικής έχουν παραμείνει ίδια ώστε πολλά από τα ποιήματα του Σουρή είναι το ίδιο επίκαιρα όπως τότε όταν τα έγραψε.

Ονοματοδότης της εφημερίδας ήταν ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης. 

Ο γελοιογράφος Θέμος Αννινος (1845-1916) αναλαμβάνει να σχεδιάσει το επί τίτλου σύμπλεγμα, όπου παριστάνεται ο μουστακαλής ραχατλής Ελληνας με τον ναργιλέ του, διαβάζοντας εφημερίδα, ενώ ένα μικρός λούστρος του γυαλίζει τα παπούτσια του.

Ὁ Ῥωμηός

Στὸν καφενὲ ἀπ᾿ ἔξω σὰν μπέης ξαπλωμένος,
τοῦ ἥλιου τὶς ἀκτῖνες ἀχόρταγα ρουφῶ,
καὶ στῶν ἐφημερίδων τὰ νέα βυθισμένος,
κανέναν δὲν κοιτάζω, κανέναν δὲν ψηφῶ.
Σὲ μία καρέκλα τὅνα ποδάρι μου τεντώνω,
τὸ ἄλλο σὲ μίαν ἄλλη, κι ὀλίγο παρεκεῖ
ἀφήνω τὸ καπέλο, καὶ ἀρχινῶ μὲ τόνο
τοὺς ὑπουργοὺς νὰ βρίζω καὶ τὴν πολιτική.
Ψυχή μου! τί λιακάδα! τί οὐρανὸς! τί φύσις!
ἀχνίζει ἐμπροστά μου ὁ καϊμακλῆς καφές,
κι ἐγὼ κατεμπνευσμένος γιὰ ὅλα φέρνω κρίσεις,
καὶ μόνος μου τὶς βρίσκω μεγάλες καὶ σοφές.
Βρίζω Ἐγγλέζους, Ρώσους, καὶ ὅποιους ἄλλους θέλω,
καὶ στρίβω τὸ μουστάκι μ᾿ ἀγέρωχο πολύ,
καὶ μέσα στὸ θυμό μου κατὰ διαόλου στέλλω
τὸν ἴδιον ἑαυτό μου, καὶ γίνομαι σκυλί.
Φέρνω τὸν νοῦν στὸν Διάκο καὶ εἰς τὸν Καραΐσκο,
κατενθουσιασμένος τὰ γένια μου μαδῶ,
τὸν Ἕλληνα εἰς ὅλα ἀνώτερο τὸν βρίσκω,
κι ἀπάνω στὴν καρέκλα χαρούμενος πηδῶ.
Τὴν φίλη μας Εὐρώπη μὲ πέντε φασκελώνω,
ἀπάνω στὸ τραπέζι τὸν γρόθο μου κτυπῶ...
Ἐχύθη ὁ καφές μου, τὰ ροῦχα μου λερώνω,
κι ὅσες βλαστήμιες ξέρω ἀρχίζω νὰ τὶς πῶ.
Στὸν καφετζῆ ξεσπάω... φωτιὰ κι ἐκεῖνος παίρνει.
Ἀμέσως ἄνω κάτω τοῦ κάνω τὸν μπουφέ,
τὸν βρίζω καὶ μὲ βρίζει, τὸν δέρνω καὶ μὲ δέρνει,
καὶ τέλος... δὲν πληρώνω δεκάρα τὸν καφέ.

Το 1884, ο ίδιος ο Χ. Τρικούπης τον διόρισε στο Τμήμα Στατιστικής του Υπουργείο Εσωτερικών επειδή τον θαύμαζε και τον εκτιμούσε ως ποιητή. Η θητεία του όμως, ως δημόσιος υπάλληλος κράτησε 7 μήνες αφού στις επόμενες εκλογές έχασε η κυβέρνηση Τρικούπη και ο Σουρής απολύθηκε. Τότε επανακυκλοφόρησε Ο Ρωμηός.  Τελικά κυκλοφόρησε για 36 χρόνια ένα από τα μακροβιότερα στον ελληνικό Τύπο εφημεριδοπεριοδικών.


Ο Σουρής και η Πολιτιστική Ζωή στην Αθήνα (ΑΠαρνασσιδεΐς)

Ο πίνακας του ζωγράφου Ροϊλου τον έχει να κάθεται μεταξύ του θαυμαστή του, τον Κωστή Παλαμά και τον ποιητή Γ. Δροσίνη.

Ο Σουρής έγινε μέλος σε μία από τις σημαντικότερες φιλολογικές λέσχες της Αθήνας, τον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσού το έτος 1884.

Ο Σουρής και η γυναίκα του, η Μαρία, δημιούργησαν το περίφημο φιλολογικό σαλόνι, το οποίο λειτούργησε και ως κέντρο πνευματισμού. Αρχικά, στεγάστηκε στην οδό Χαρ. Τρικούπη και στη συνέχεια στην οδό Διδότου —έως το 1905 και στην οδό Ζωοδόχου Πηγής ως το τέλος της ζωής του. Λένε, ότι οι συγκεντρώσεις άρχισαν το 1887 και οργανώθηκαν από τη σύζυγο του ποιητή, με σκοπό να τον απομακρύνει από το πάθος της χαρτοπαιξίας, καθώς ξημεροβραδιαζόταν σε λέσχες, συνήθως ανήκοντας στους χαμένους. Με την Μαρία έκαναν 5 παιδιά αλλά όταν τη ρωτούσαν πόσα παιδιά έχει απαντούσε 6 - συμπεριλαμβάνοντας και τον ίδιο τον σύζυγό της! 

Η Υστεροφημία του

Οι υποψηφιότητες του για το Βραβείο Νόμπελ υποστηρίχτηκε από τους λόγιους της εποχής καθώς και από όλα τα μέλη της Βουλής — μεγάλη αναγνώριση παρά τους σατιρικούς στοίχους του… Το 1915 του απονεμήθηκε το Μετάλλιο Γραμμάτων και Τεχνών αλλά μάλλον η υστεροφημία του έγκειται, στο ότι ακόμα και σήμερα, σχεδόν, κάθε Ελληνας μπορεί να απαγγείλει ένα στοίχο του Σουρή.

Δυστυχία σου Ελλάς

Ποιος είδε κράτος λιγοστό σ’ όλη τη γη μοναδικό, εκατό να εξοδεύει και πενήντα να μαζεύει; Να τρέφει όλους τους αργούς, νά ‘χει επτά Πρωθυπουργούς, ταμείο δίχως χρήματα και δόξης τόσα μνήματα; Νά ‘χει κλητήρες για φρουρά και να σε κλέβουν φανερά, κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε τον κλέφτη να γυρεύουνε; Όλα σ’ αυτή τη γη μασκαρευτήκαν ονείρατα, ελπίδες και σκοποί, οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή. Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι, κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει. Κι από προσπάππου κι από παππού συγχρόνως μπούφος και αλεπού. Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-να παριστάνει τον ευρωπαίο....

Οἱ  Ἥρωες

Μέσα σε βόλια κι ὀβίδων κρότους
ἔπεσαν νιάτα μὲς στὸν ἀνθό τους.
Πᾶνε λεβέντες, πᾶνε κορμιὰ
κι ἄγνωστα τά ῾θαψαν στὴν ἐρημιά.
Κανεὶς δὲ ξέρει ποὺ τά ῾χουν θάψει,
κανεὶς δὲ πῆγε γιὰ νὰ τὰ κλάψει,
κανεὶς δὲν ἔκαψε γι᾿ αὐτὰ λιβάνι,
κανεὶς δὲν ἔπλεξε γι᾿ αὐτὰ στεφάνι.
Ἀνώνυμ᾿ ἥρωες, ἄγνωστοι τάφοι,
κανένας ὄνομα σ᾿ αὐτοὺς δὲ γράφει,
μήτε τὸ χῶμα τοὺς φιλοῦνε χείλη,
σταυρὸ δὲν ἔχουνε μήτε καντῆλι.
Μόνο μιᾶς κόρης μαργαριτάρια
κυλοῦν σὲ τάφους ποὺ κάποια μέρα
θὰ γίνουν κόσμου προσκυνητάρια
καὶ φάροι Νίκης γιὰ μία μητέρα.





ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΓΛΥΠΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΤΟΥ ΑΘΗΝΑΙΟΥ

Στὸν ἴσκιο μου

Βρὲ ἴσκιε μου γιατί μ᾿ ἀκολουθεῖς;
Δὲ μ᾿ ἀφήνεις μόνο μου νὰ τρέχω;
Βρὲ ἴσκιε μου, δὲ πᾶς νὰ μοῦ χαθεῖς,
πρέπει κι ἐσένα σύντροφο νὰ ἔχω;
Πότε στραβὸ σὲ βλέπω πότε ἴσο,
πότε μακρὺ σὰ σούβλα, πότε νᾶνο,
τὴ μιὰ πηγαίνεις μπρός, τὴν ἄλλη πίσω
σὲ ἀπαντῶ ἐδῶ, ἐκεῖ σὲ χάνω.
Χωρὶς νὰ βλέπεις, πιάνεις ὅτι πιάνω,
μὲ ὁδηγεῖς ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὁδηγῶ.
Καὶ τέλος πάντων κάνεις ὅτι κάνω
καὶ εἶσαι ἄλλος, δεύτερος, ἐγώ.
Βρὲ ἴσκιε μου, γιατί μ᾿ ἀκολουθεῖς;
Βρὲ ἴσκιε μου δὲ πᾶς νὰ μοῦ χαθεῖς...
Σὲ ἀπαντῶ στὸ σπίτι καὶ στὸ δρόμο
καὶ μοῦ γεννᾷς πολλὲς φορὲς τὸν τρόμο.



Τμήμα 2/468


Ο Χάρτης 


Πηγές:

1. Οι Λογοτέχνες της παλαιάς και της νέας Αθηναϊκής Σχολής στον Φ. Σ. Παρνασσός, του Γεράσιμου Γ. Ζώρα http://www.lsparnas.gr/uploads/presumptions/documents/55868c5fe419499e525ea61d4ba8e122.pdf
2. Enetpress: Γιώργος Σουρής, Εκατό χρόνια από το θάνατό του, του Β.Καλαμαρά.
3. ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ: Γιώργος Σουρής, https://archive.ert.gr/8452/




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου