Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019

ΘΟΔΩΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ




1935- 2012

Τμήμα 9/178
Ήταν έκπληξη όταν αντίκρισα τον τάφο του Θεόδωρου Αγγελόπουλου στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών — τέτοια είναι η καθηλωτική δύναμη του κινηματογραφικού του έργου, το οποίο παρουσιάζει ουσιαστικά την τραγικές στιγμές από τη σύγχρονη Ελληνική ιστορία. Για μια στιγμή δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τον σκηνοθέτη από τον άνθρωπο. Η επαναλαμβανόμενη θεματολογία του: η αφήγηση της απώλειας, τα βουβά τοπία, τα γυρίσματα στο ημίφως της αυγής ή της δύσης, θα έπρεπε να είχε ταφεί δίπλα σε ένα απροσπέλαστο ποτάμι, κοντά σε αμφισβητούμενα σύνορα ή τουλάχιστον κοντά σε ερημωμένο χωριό με μαυροντυμένες γυναίκες οι οποίες ξεπροβάλλουν μέσα από την ομίχλη πενθώντας το θάνατό του. Αντ΄ αυτού ο τάφος του λιάζεται στο κέντρο της Αθήνας όπου και γεννήθηκε το 1935,



Τα πρώτα χρόνια

Ο,τι έχει γραφτεί στην παιδική ηλικία ποτέ δεν σβήνει. (Θ. Αγγελόπουλος)
Οι πρώτες μνήμες του Αγγελόπουλου ήταν από τα χρόνια της κατοχής, τον εμφύλιο πόλεμο, της πόλωσης, της πείνας και του φόβου. Το 1944 με τα Δεκεμβριανά ο πατέρας του συνελήφθη από τους αντάρτες γιατί δεν ήταν αρκετά κουμουνιστής όσο έπρεπε στην αρχή του πολέμου. (τον είχε καταγγείλει ο εξάδελφός του). Κατάφερε να δραπετεύσει και να επιστρέψει στην οικογένεια του μετά από εννέα μήνες όπου οι δικοί του νόμιζαν ότι είχε πεθάνει. Φανταστείτε την επίδραση που είχε στην ψυχή του μικρού παιδιού η προδοσία, η απουσία και μετά, σαν θαύμα, την επιστροφή. 
Ο Καλλιτέχνης σε νεαρή ηλικία

Ο Θ. Αγγελόπουλος πριν ασχοληθεί με τον κινηματογράφο έγραφε ποιήματα τα οποία έχουν δημοσιευτεί από την Νέα Εστία. Αγαπημένος του  ΄Ελληνας ποιητής ήταν ο Γ. Σεφέρης. Αναμφισβήτητα, η ποίηση επηρέασε την κινηματογραφική του προσέγγιση η οποία ξανά και ξανά θυμίζει ένα οπτικό ποίημα. Κατά καιρούς, περνάνε ποιητικοί στίχοι στις ταινίες που δεν αναφέρονται και φαίνονται ως διάλογοι.

Ακολούθησε το ένστικτό του και εγκατέλειψε τις νομικές σπουδές πριν πάρει το πτυχίο του και μόλις απολύθηκε από το στρατό έφυγε για το Παρίσι όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα Γαλλικής φιλολογίας, φιλμογραφίας και εθνολογίας. Ο Θ. Αγγελόπουλος αναφέρει ότι δεν βρήκε το Παρίσι των ονείρων του, το Παρίσι του Β. Ουγκώ. Το Παρίσι ήταν βρώμικο, σκληρό και φτωχό. Την αντίθεση μεταξύ ιδεατό και πραγματικό ήταν ένα θέμα που θα υπονοήσει ξανά το 1983 όταν γύρισε το ντοκιμαντέρ για την Αθήνα. Η ικανότητά του να παρουσιάσει ταυτόχρονα την αθλιότητα και την μεγαλοπρέπεια είναι μια από τις συναρπαστικές πλευρές του οράματος του.
Το 1962 γράφτηκε στην Σχολή Κινηματογράφου IDHEC γνωστό ως La Fémis αλλά μετά από ένα χρόνο αποβλήθηκε. Η δική του άποψη για τον κινηματογράφο διέφερε κατά πολύ με έναν συγκεκριμένο καθηγητή του. (Αργότερα έγινε επίτιμος καθηγητής της σχολής και μάλιστα έκανε Master class στους μαθητές της σχολής). Ακόμα στα 27 του χρόνια ο Αγγελόπουλος ήξερε τι ήθελε να κάνει δεν ήθελε να μιμηθεί ταινίες του Χόλιγουντ ούτε τους σπουδαίους Γάλλους σκηνοθέτες. Οι πηγές του θα ήταν εκλεκτικές αλλά το τελικό πάντρεμα θα ήταν αποκλειστικά δικό του.
Η Επιστροφή
Επέστρεψε στην Ελλάδα για να επισκεφτεί την οικογένειά του και να φύγει αλλά κάτι τον κράτησε στην Αθήνα παρά το γεγονός ότι υπήρχαν πάλι πολιτικές αναταραχές. Βρήκε δουλειά ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή όπου εργάστηκε μέχρι που η δικτατορία σταμάτησε την κυκλοφορία της εφημερίδας – κάτι που θα πρόσθετε ακόμα μια στρώση στο παλίμψηστο χειρόγραφο της Ελληνικής ιστορίας που θα κατέγραφε αργότερα.
Άρχισε να ασχολείται με το κινηματογράφο το 1966. Η πρώτη μικρού μήκος ταινία του Η Εκπομπή παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη ενώ η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Αναπαράσταση, κέρδισε το πρώτο βραβείο (1970) στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό. Είναι μια μαυρόασπρη ταινία με περιορισμένο προϋπολογισμό, Βασίζεται σε ένα πραγματικό γεγονός ένα έγκλημα που διέπραξε μια γυναίκα με τον εραστή της όταν ο σύζυγός της, ένας εργάτης, επέστρεψε από τη Γερμανία. Ο ίδιος αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στον Αντώνη Μποσκοΐτη στο LIFO 2009 ότι η ταινία Αναπαράσταση ήταν αναβίωση της αρχαιοελληνικής τραγωδίας και προσαρμογής της στα τότε κοινωνικά στερεότυπα.
Κάποια στοιχεία του στυλ του γίνονται προφανή: ποτέ δεν μαθαίνουμε το γιατί: αντ΄ αυτού μας δείχνουν αναπαραστάσεις από αυτούς που συμμετείχαν. Ως θεατές μας κρατάνε μακριά, άλλοτε ως μάρτυρες που δεν είμαστε πάντα σίγουροι τι συμβαίνει. Σε μια σκηνή μας δείχνουν για αρκετή ώρα το εξωτερικό του σπιτιού ενώ ξέρεις ότι η δράση παίρνει μέρος στο εσωτερικό του σπιτιού.


Αυτή η τεχνική αναπαράγεται στις ταινίες του. Ο Αγγελόπουλος μας τοποθετεί στο πίσω μέρος της σκηνής ή βλέπουμε από μεγάλη απόσταση κι αυτό που βλέπουμε γίνεται για μας προσωπικό.Θα μπει, θα χαθεί και θα βγει. Θα γίνει θεατής και κριτής ταυτόχρονα επιτρέποντας στον εαυτό του το δικαίωμα του διαλογίζεσθαι και του διαλόγου.” (1)
Σε αυτήν την ταινία, όπως και σε πολλές άλλες, χρησιμοποιεί τον εικονολήπτη Γεώργιο Αρβανίτη, μια από τις καλύτερες συνεργασίες στο μοντέρνο κινηματογράφο. Ο Αρβανίτης μετέδωσε το όραμά του στις σκηνές δίνοντας αρμονία και φόρμα.  
Τα μεγάλα πλάνα
Όποιος μελετά τις ταινίες παρακολουθεί τα μεγάλα πλάνα, τα οποία διαρκούν πολλές φορές μερικά λεπτά. Ο Αγγελόπουλος επέμενε να χρησιμοποιεί τους δικούς του ρυθμούς και ποτέ δεν συμβιβαζόταν με την χρόνο προκειμένου να παρουσιάσει τη σκηνή όπως την είχε οραματιστεί. Ένας κριτικός τον χαρακτήρισε αναχρονιστικό, εν μέρει, λόγω της διάρκειας της σκηνής. Σήμερα ένα κινηματογραφικό έργο μπορεί να συμπεριλάβει ακόμα 4,000 πλάνα. Σε ένα ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ χρησιμοποίησαν ένα παράδειγμα της ταινίας Καζαμπλάνκα που είχε μόνο 400 πλάνα αλλά του Αγγελόπουλου οι ταινίες έχουν μόνο 100 πλάνα. Αυτά τα σκοτεινά πλάνα μεγάλης διάρκειας έχουν απογοητεύσει πολλούς θεατές που θέλουν κάτι να συμβεί. Βεβαίως κάτι συμβαίνει αλλά πρέπει να αποδεχτείς το ρυθμό του Αγγελόπουλου για να καταλάβεις τι έχει συμβεί.


Το απόσπασμα από τον Θίασο είναι μια εξαιρετική εισαγωγή στην τεχνική του.
Το 1972 είδα Μέρες του 36, η πρώτη έγχρωμη ταινία που αφορά έναν πρώην συνεργάτη της αστυνομίας ο οποίος έχει κατηγορηθεί ότι σκότωσε έναν συνδικαλιστή. Τον επισκέπτεται στη φυλακή ένας βουλευτής τον οποίο κρατάει όμηρο στο κελί του κι απειλεί να τον σκοτώσει αν δεν τον ελευθερώσουν.




Έτσι και Ο Θίασος γυρίστηκε με μυστικότητα και βγήκε το 1975. Η ταινία αναφέρεται στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας και την ιδιωτική των μελών του θιάσου οι οποίες πλέκονται αξεδιάλυτα. Από τη μια παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες της δικτατορίας του Μεταξά, την έναρξη του πολέμου, την ιταλική εισβολή, τη γερμανική κατοχή, την Απελευθέρωση, την άφιξη των συμμάχων (Άγγλων αρχικά και Αμερικανών στη συνέχεια), την καταπίεση των «αριστερών» αγωνιστών και τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι τις εκλογές του 1952 όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις της Δεξιάς.



Η Ελληνική ιστορία, προϊστορία και ο Αγγελόπουλος
Οι Έλληνες έχουν μεγαλώσει αγκαλιάζοντας άψυχες πέτρες (Αγγελόπουλος)
Στην συνέντευξή του με τον Αντώνη Μποσκοΐτη αναφέρει ο Αγγελόπουλος: «Για να καταλάβω την Ελλάδα, λοιπόν, έπρεπε να γυρίσω πίσω. Όλοι ξέρουμε πως μία δικτατορία προετοιμάζεται, ποτέ δεν έρχεται φορετή. Έτσι, στις Μέρες του ΄36, την επόμενη ταινία μου, γύρισα σε μία προαίσθηση δικτατορίας. Το πώς φτάσαμε μέχρι εδώ συνοψίζεται στον Θίασο και μετά στους Κυνηγούς! Μέχρι εκεί! Από κει κι έπειτα, με τον Μεγαλέξανδρο, τα πράγματα μπήκαν σε μιαν άλλη παγκόσμια διάσταση. Ασχολήθηκα με το σοσιαλιστικό πείραμα, την αποτυχία, τη μεταβολή της απελευθερώτριας ιδέας σε τυραννίδα, τον απελευθερωτή που γίνεται δυνάστης και μιλάει μόνο με τον εαυτό του. Όλα αυτά σίγουρα δεν ήταν πράγματα που ενδιέφεραν μόνο εμένα. Αποτελούσαν εξαιρετικά καίρια ερωτήματα τότε. Για να φτάσω και στο δικό σας ερώτημα, νομίζω πως με το Ταξίδι στα Κύθηρα άλλαξα πλεύση. Τα πρόσωπα μπήκαν μπροστά στο προσκήνιο και η ιστορία αποτέλεσε τοιχογραφία του βάθους». (2)
Στα έργα του το τοπίο δεν είναι απλώς χώρος ταφής για την ιστορία μας αλλά ένας ζωντανός φορέας που έχει βασανίσει παιδιά από οποιαδήποτε εποχή, όπως του Γαία, οι Εκατόγχειρες, Η Ελληνική μυθολογία ζει μέσα μας και εμείς ζούμε μέσα από αυτή.
Υπό μιαν έννοια πίστευε ότι όλες οι ιστορίες ήταν ανακατασκευή παλαιότερης ιστορίας δανεισμένες από τις αρχαίες τραγωδίες. Η ιστορία του Αγαμέμνονα υπάρχει στην Αναπαράσταση όπως και ο μύθος του Οδυσσέα στο Ταξίδι στα Κύθηρα. Κάποιοι κριτικοί έχουν παρατηρήσει ότι τα έργα του δεν μπορούν να κατανοηθούν από αυτούς που δεν γνωρίζουν Ελληνική ιστορία ή την μυθολογία. Ο Αγγελόπουλος υποστήριζε ότι υπάρχουν τόσα επίπεδα σε ένα μόνο πλάνο που μπορεί να πιάσει ο θεατής κάτι τελείως διαφορετικό από τον μυημένο θεατή.

Ο (δεξιός) Δ. Παπαγιαννόπουλος ανοίγει την ψυχή του στον (εξόριστο) Κατράκη: 

«Μας βάλανε και πολεμήσαμε, βγάλαμε τα μάτια μας, εσύ από εδώ, εγώ απ’ την άλλη μεριά. Χάσαμε και οι δυο. Ο άνθρωπος με τον άνθρωπο, ο λύκος με το λύκο. Τίποτα δεν απόμεινε εδώ πέρα...».






Το 1977 βγήκε η ταινία, Οι Κυνηγοί.
Είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1977, μια ομάδα κυνηγών βρίσκει στην περιοχή κοντά στη λίμνη των Ιωαννίνων, μέσα στο πυκνό χιόνι, το πτώμα ενός αντάρτη του Εμφυλίου. Oι κυνηγοί, όλοι εκπρόσωποι της αστικής τάξης, πολιτικής και οικονομικής, μεταφέρουν το πτώμα στο ξενοδοχείο τους, όπου και θα περάσουν μια νύχτα Πρωτοχρονιάς γεμάτη απ' τα φαντάσματα της ιστορικής τους συνείδησης και το φόβο του παρελθόντος. Μπροστά σ' ένα μεγάλο δικαστήριο της Ιστορίας, που λαμβάνει χώρα στη σάλα χορού του ξενοδοχείου, οι καταθέσεις τους μετατρέπονται σε ζωντανούς εφιάλτες της συλλογικής τους συνείδησης. Προς το τέλος της ταινίας, ο αντάρτης που ζωντανεύει μέσα στη φαντασία των τρομοκρατημένων κυνηγών, μετατρέπεται σ' ένα είδος εκδικητή της επανάστασης. Αφού ακούσουν απ' τα χείλη του την καταδικαστική απόφαση, οι αστοί εκτελούνται, για να ξανασηκωθούν, βγαίνοντας από ένα άσχημο όνειρο. Το πτώμα θα επιστρέψει στο χιόνι, και οι κυνηγοί θα συνεχίσουν την πορεία τους στο κατάλευκο τοπίο.
Για την ταινία Το λιβάδι που δακρύζει κατασκευάστηκε ένα ολόκληρο χωριό πάνω σε λίμνη στεγνή από νερό στη βόρεια Ελλάδα. Περίμεναν τις βροχές να γεμίσει νερό η λίμνη.


Στις ταινίες του διακρίνεται η ικανότητα του να βάζει τη μια ιστορία μέσα στην άλλη. Να φτιάχνει μια σύνθεση με πολλά επίπεδα.

Ο Αγγελόπουλος προετοιμάζοντας τη σκηνή

στην ταινία Το λιβάδι που δακρύζει (2004)
Δεν έχουμε αναφερθεί στην μουσική (Ελένη Καραΐνδρου, Λουκιανό Κηλαηδόνη, Χριστόδουλο Χάλαρη), στον χορό στις ταινίες του, το ρόλο των πόλεων, των χαλασμάτων, ακόμα το νερό σαν σύμβολο σε όλες τις αφηγήσεις του. Ούτε αναφερθήκαμε στον ατελείωτο κατάλογο βραβεύσεων ή ποιοι ηθοποιοί έπαιξαν στις 15 ξεχωριστές ταινίες του. Ήταν ιδιοφυΐα. 
Στα τέλη του 2011 ξεκίνησαν τα γυρίσματα της ταινίας Η άλλη θάλασσα, που θα αναφερόταν στην ελληνική κρίση. Όμως, το βράδυ της 24ης Ιανουαρίου 2012 μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Τον είχε χτυπήσει μία διερχόμενη μοτοσυκλέτα στον περιφερειακό της Δραπετσώνας, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας.


Θα μπορούσε το ποίημα του να χαραχτεί στο μάρμαρο του τάφου του:
«Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία αλλά δεν μπορώ να κάνω το ταξίδι σας.
Είμαι επισκέπτης..
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά
κι έπειτα δεν μου ανήκει..
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει «δικό μου είναι»..
Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου είχα πει κάποτε με υπεροψία..
Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε..
Ότι δεν έχω καν όνομα..
Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο.
Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω.
Ξεχάστε με στη θάλασσα.
Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία..»
Θόδωρος Αγγελόπουλος
Χάρτης



Τιμώντας τον Ιάπωνα σκηνοθέτη και τους πρωτοπόρους
 σκηνοθέτες από τα Γρεβενά:
Η φωτογραφία έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Θ. Αγγελόπουλου στις προσωπικές φωτογραφίες  ( http://www.theoangelopoulos.gr/) .Είναι στον τάφο του Mizoguchi, στο Τόκιο, Ιαπωνίας, το 1981. Ο Θ. Αγγελόπουλος μιλώντας για τον σκηνοθέτη Κένζι Μιζογκούσι:



«Με πήγατε τώρα στα χρόνια στο Παρίσι, όταν δούλευα για τον βιοπορισμό μου στην Cinematheque, κόβοντας εισιτήρια. Είχα δει εκεί ένα αφιέρωμα στον μεγάλο Γιαπωνέζο σκηνοθέτη Κένζι Μιζογκούσι. Θυμάμαι, δεν είχαν προλάβει να κάνουν υποτιτλισμό και παίζανε έτσι τις ταινίες του, στα γιαπωνέζικα! Ήταν τέτοιο το πάθος μου που τις είδα κι εγώ όλες με τέτοιο τρόπο ώστε από ένα σημείο και μετά να μη με ενοχλούν καθόλου τα γιαπωνέζικα! Μια απίστευτη ιστορία, μέθης θα έλεγα!» https://www.lifo.gr/articles/cinema_articles/130352/thodoros-aggelopoylos-emena-pantote-me-sygkinoyse-i-emmoni-ston-erota .

Φωτογραφία στον τάφο των αδελφών Μανάκη, πρωτοπόροι
 κινηματογραφιστές του περασμένου αιώνα. 
Ιστοσελίδα του Θ. Αγγελόπουλου: http://www.theoangelopoulos.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου